Ταειρηνοδικείαείναιαποκλειστικάαρμόδιακαιγιατησυναινετικήεγγραφήήάρση προσημείωσηςυποθήκης. Άρθρο 683§3 του Κ.Πολ.Δ. (όπως η παράγραφος 3 προστέθηκε μετηδιάταξητουάρθρου 15§12 τουΝ. 4055/2012, ηισχύςτουοποίου αρχίζει -κατ΄άρθρο 113 αυτού- τη Δευτέρα 2 Απριλίου 2012)
Πληρούσα τις ως άνω δικονομικές προϋποθέσεις αίτηση χορήγησης αδείας προς εγγραφή προσημείωσης υποθήκης υπάγεται στην καθ΄ ύλην αρμοδιότητα των Μονομελών Πρωτοδικείων προς λήψη ασφαλιστικών μέτρων (άρθρο 683§1 του Κ.Πολ.Δ.), εκτός αν υφίσταται κύρια υπόθεση υπαγόμενη στη λόγω ποσού καθ΄ ύλην αρμοδιότητα των ειρηνοδικείων (κατά την παράγραφο 2 της ως άνω διάταξης, όπως ίσχυε και όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 151§11 του Ν. 4055/2012, ήτοι παρέμεινε ως είχε!!!), για την άσκηση της οποίας να δύναται να οριστεί, με την απόφαση προθεσμία, κατ΄ άρθρο 693§1 του Κ.Πολ.Δ. Με τη διάταξη του άρθρου 15§12 του Ν. 4055/2012, η ισχύς του οποίου άρχισε (κατ΄ άρθρο 110 αυτού) σήμερα, ορίζεται ότι «Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 683 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται νέα παράγραφος 3 ως εξής και η υφιστάμενη παράγραφος 3 αναριθμείται σε 4 «3. Τα ειρηνοδικεία είναι αποκλειστικά αρμόδια και για τη συναινετική εγγραφή ή άρση προσημείωσης υποθήκης.». Με την ως άνω δικονομική διάταξη θεσπίζεται, λοιπόν, εξαιρετική καθ΄ ύλην αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων στις «συναινετικές» εγγραφές προσημειώσεων υποθήκης, δηλαδή, όπως προαναφέρθηκε, επί περιπτώσεως ανυπαρξίας διαφοράς ιδιωτικού δικαίου (της αποκλειομένης να συσταθεί με συμφωνία των ενδιαφερομένων δικαστικής παροχής αδείας προς εγγραφή προσημείωσης υποθήκης) και, καθώς, λόγω της σαφούς συστηματικής ένταξης της διάταξης στο κεφάλαιο των ασφαλιστικών μέτρων, δεν εισάγει αυτή ούτε υπόθεση εκουσίας δικαιοδοσίας, ευθέως αντίκειται στις προρρηθείσες θεμελιώδεις δικονομικές διατάξεις, πολλώ δε μάλλον σε αυτήν του άρθρου 94§2 του ισχύοντος Συντάγματος και είναι υποχρεωτικά ανεφάρμοστη από τα δικαστήρια (άρθρο 93§4 του ισχύοντος Συντάγματος). Η μέχρι τούδε δικαστική πρακτική, αντιθέτως προς ότι φαίνεται να εξέλαβε ως ισχύον εν προκειμένω ο νομοθέτης, δε θεμελιώνει τη λήψη τέτοιου ασφαλιστικού μέτρου στη «συναίνεση» του καθ΄ ού η αίτηση δανειολήπτη, η οποία, εάν αναφέρεται στην αίτηση ως υφιστάμενη, την καθιστά απαράδεκτη, αλλά στην ομολογία των προϋποθέσεων λήψης του αιτούμενου μέτρου. («δημιουργική αξιοποίηση» των διατάξεων του ΚΠολΔ για την κατ΄ αντιδικίαν εγγραφή προσημείωσης – Γεωργίου Μικρούδη «Οι τροποποιήσεις του ΚΠολΔ από το Ν. 4055/2012. Δύο βήματα εμπρός και ένα (?) πίσω», στην ιστοσελίδα dikastes.gr). Με την εδώ κρινόμενη ως αντισυνταγματική διάταξη, υποχρεούνται οι αιτούμενοι τη χορήγηση αδείας εγγραφής προσημείωσης υποθήκης όπως προκειμένου να θεμελιώσουν, κατ΄ άρθρο 216§2 εδ. β΄ του Κ.Πολ.Δ., την καθ΄ ύλην αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου, εκθέσουν στο δικόγραφο της αίτησής τους ότι αυτή είναι «συναινετική», γεγονός που αυτό καθ΄ αυτό καθιστά την αίτηση απαράδεκτη, λόγω ελλείψεως δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων κι, εν προκειμένω, του ειρηνοδικείου προς λήψη μέτρων επί απουσίας ιδιωτικής διαφοράς.
Με τη διάταξη του άρθρου 15§12 του Ν. 4055/2012, η ισχύς του οποίου αρχίζει (κατ΄ άρθρο 110 αυτού) τη Δευτέρα 2 Απριλίου 2012, ορίζεται ότι «Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 683 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται νέα παράγραφος 3 ως εξής και η υφιστάμενη παράγραφος 3 αναριθμείται σε 4 «3. Τα ειρηνοδικεία είναι αποκλειστικά αρμόδια και για τη συναινετική εγγραφή ή άρση προσημείωσης υποθήκης.». ΕΡΩΤΗΜΑ ΠΡΟΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗ: Επιτρέπεται η "συναινετική δίκη" ώστε να εγκαθιδρυθεί γι΄ αυτήν εξαιρετική καθ΄ ύλην αρμοδιότητα των ειρηνοδικείων; Τίθεται υπό συζήτηση, καθόσον καλούμαστε επειγόντως: 1) Να προσδιορίσουμε δικασίμους «συναινετικών προσημειώσεων και άρσεων» 2) Να εκπονήσουμε σχετικά σχέδια αποφάσεων
Μόνο ως υπόθεση της εκούσιας δικαιοδοσίας θα μπορούσε να εισαχθεί κατά συνταγματικά επιτρεπτό τρόπο (άρθρα 94§2 του Σ. και 1 του Κ.Πολ.Δ.), δηλαδή με τη μορφή της δικαστικής επικύρωσης μιας δικαιοπραξίας. Ως γνωστόν, η συντριπτική πλειοψηφία της θεωρίας αποκλείει την ύπαρξη δογματικού ερείσματος στην εισαγωγή στην αμφισβητούμενη δικαιοδοσία (των ασφαλιστικών μέτρων συμπεριλαμβανομένων) δίκης χωρίς αντιδικία. Η μεμονωμένη προσπάθεια (Απαλλαγάκη, Η προσημείωση, σελ. 127 επ., όπου και εκτενείς παραπομπές στην κρατούσα αντίθετη θεωρία) δογματικής θεμελίωσης της συναινετικής προσημείωσης στο γεγονός της ύπαρξης δικαστικού συμβιβασμού (άρθρα 208 επ., 214Α, 293 του Κ.Πολ.Δ.), αφ΄ ενός μεν παραβλέπει το δικονομικό προαπαιτούμενο ύπαρξης αντιδικίας, αφ΄ ετέρου δε παραδέχεται ότι η "κάλυψη της επικύρωσης της (απαγορευόμενης κατ΄ άρθρο 1274 ΑΚ) συμβατικής εγγραφής προσημείωσης υποθήκης υπό το μανδύα δικαστικής απόφασης" (μανδύα που απεκδύεται ο νομοθέτης του 4055 εισάγοντας στην αμφισβητούμενη δικαιοδοσία "συναινετική" υπόθεση) κινείται στα δυσδιάκριτα όρια της ανεπίτρεπτης εικονικής δίκης και σαφώς δεν αμφισβητεί ότι "καμία δικονομική συμπεριφορά του εναγομένου (ομολογία ή αποδοχή) δεν μπορεί να έχει ως σημείο αναφοράς το δικονομικό αντικείμενο της δίκης".
Η άποψη της Απαλλαγάκη δεν αφορά προσημειώσεις που εισάγονται ως "συναινετικές", ώστε να πούμε ότι υπάρχει άποψη που να τις δέχεται. Αναφέρεται σε υποθέσεις που εισάγονται κατ΄ αντιδικία και στη συνέχεια χωρεί αποδοχή του καθού η αίτηση. Δε μας λύνει το πρόβλημα.
εχουμε λοιπόν μια διαταξη προβληματική, υπό την έννοια ότι η προσημείωση υποθήκης είναι γνήσιο ασφαλιστικό μέτρο, η λήψη του οποίου προϋποθέτει την ύπαρξη ιδιωτικής διαφοράς. Τι κανει τωρα ο νομοθέτης εισάγοντας τη νεα διαταξη περί "συναινετικής" προσημείωσης?????τι ειναι αυτο? εκ προϊμιου θα δεχθούμε ότι συναινουν? τοτε που ειναι η διαφορά των διαδίκων? που ειναι η αντιδικία? τι περιεχόμενο θα έχει η αίτηση? "επειδή προκειται να έρθει ο καθού να συναινεσει είναι καθυλην αρμοδιο το ειρηνοδικείο" ωραιος τροπος εγκαθίδρυσης αρμοδιότητας!!!!! και ποιο θα είναι το περιεχόμενο της απόφασης???? μεχρι τωρα θεμελιωνόταν στην ομολογια του καθού η αίτηση. Τωρα που????? γραψτε λοιπον σχεδιο απόφασης αν μπορειτε εγω απέτυχα!!!!
Σχετικά όσα λέει ο κ. Μικρούδης σε άρθρο του (dikastes.gr): Το ζήτημα ωστόσο που πρωτίστως τίθεται είναι αν είναι πράγματι αναγκαία η διατήρηση υποθέσεων χωρίς αντιδικία στη δικαστηριακή ύλη, σε μια εποχή που αφενός το ζήτημα της επιτάχυνσης απονομής δικαιοσύνης τίθεται συνεχώς επιτακτικότερα, αφετέρου η έλλειψη πόρων καθίστα απαγορευτική την έως τώρα παραδοσιακή τακτική, δηλαδή αυτής της πρόσληψης νέου προσωπικού για την ταχύτερη διεκπεραίωση της. Η τροποποίηση του ΚΠολΔ (που δυστυχώς πλέον γίνεται σε ετήσια βάση), είναι ένα μέσο που μπορεί να συμβάλει σ΄ αυτήν την κατεύθυνση. Όσες όμως αλλαγές και να γίνουν στον ΚΠολΔ και όσες ‘επιτακτικές’ προθεσμίες και να τεθούν ως προς τον χρόνο προσδιορισμού δικασίμου και έκδοσης αποφάσεων, αν δεν μειωθεί το πεδίο εμπλοκής των δικαστηρίων στην καθημερινή ζωή, το πόνημα θα καθίσταται αντίστοιχο με αυτό του Σισύφου. Το βάρος της διεκπεραίωσης των υποθέσεων θα φτάνει μεν στην κορυφή της μιας πλευράς, για να κατρακυλήσει όμως εν συνεχεία στην άλλη πλευρά υπό το βάρος των νέων υποθέσεων που με αυξητική τάση προστίθενται. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ίδια η Πολιτεία εξωθεί τον πολίτη στα πολιτικά δικαστήρια, ακόμη και αν αυτός δεν το επιθυμεί. Π.χ. για την εγγραφή (συναινετικής) υποθήκης σε ακίνητο για οφειλή 100.000 Ευρώ απαιτούνται έξοδα και τέλη ύψους 6.500 Ευρώ (1% +23% ΦΠΑ δικαιώματα συμ/φου, 3,6% χαρτόσημο + 1,3% πόρος υπέρ ΤΝ), ενώ για την εγγραφή αντίστοιχης προσημείωσης λιγότερο από 800 Ευρώ. Το ίδιο ισχύει και για μια συμβολαιογραφική αναγνώριση δικαιώματος διατροφής, που θα αποτελούσε εκτελεστό τίτλο. Η «διέξοδος» λοιπόν προς τα δικαστήρια είναι αναπόφευκτη. Επιλέγεται η «συναινετική» προσημείωση προς μείωση των τελών και εξόδων, με «δημιουργική αξιοποίηση» των διατάξεων του ΚΠολΔ για την κατ΄ αντιδικίαν εγγραφή προσημείωσης ή η «συνομολογημένη» δίκη διατροφής. Αυτό όμως έχει και το αντίτιμο. Αντίστοιχη επιβάρυνση του Δημοσίου [απασχόληση προσωπικού, τήρηση αρχείου κλπ], επιβάρυνση των πινακίων, αλλά και ταλαιπωρία του πολίτη, ο οποίος, χωρίς να γνωρίζει τα ακριβή αιτία, στρέφεται κατά της Δικαιοσύνης, αδίκως στην συγκεκριμένη περίπτωση. Και δεν θα πρέπει να παραβλεφθεί ότι εκτός όμως από την μάλλον μικρή εν προκειμένω επιβάρυνση του δικαστή, υπάρχει και η απασχόληση της Γραμματείας, που είναι ίδια, είτε πρόκειται για απλή είτε για δύσκολη υπόθεση, αλλά και η κτηριακή επιβάρυνση (τήρηση Αρχείου, αιθουσών συζήτησης κλπ).
Προσπαθώντας να συνεισφέρω στην προβληματική ,πιστεύω πως η νομοτεχνικά εσφαλμένη νέα διάταξη 683 παρ 3 ,( αρθ 15 παρ 12 τουΝ 4055/2012 )είναι ανεφάρμοστη και οδηγεί σε απαράδεκτο ,με μία διαφορετική όμως αιτιολόγηση.
ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ : Με την διάταξη του άρθ 15 §12 του Ν. 4055/2012,η συναινετική προσημείωση προυποθέτει ως αιτούντες τόσο την δανείστρια τράπεζα όσο και τον οφειλέτη που συναινεί στην εγγραφή της προσημείωσης και συνεπώς είναι προφανές ότι δεν πρόκειται για ιδιωτική διαφορά αλλά πρόκειται για υπόθεση εκουσίας δικαιοδοσίας .Ομως το Δικαστήριο δεν επιτρέπεται αυτεπαγγέλτως να δικάσει με την εκουσία δικαιοδοσία υπόθεση που δεν υπάγεται σε αυτήν με ρητή διάταξη νόμου .Τούτο διότι για την υπαγωγή της διαφοράς στην εκουσία δικαιοδοσία απαιτείται ρητή διάταξη τόσο σύμφωνα με το αρθ.94 παρ 2 του Συντ όσο και κατά το σύστημα του ΚΠολΔ αφού σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 εδ. β` ΚΠολΔ στη δικαιοδοσία των τακτικών πολιτικών δικαστηρίων ανήκουν οι υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας, που ο νόμος έχει υπαγάγει σ` αυτά, κατά δε το άρθρο 739 του ίδιου Κώδικα στην εκουσία δικαιοδοσία υπάγονται όλες οι υποθέσεις που αναφέρονται στα άρθρα 782 έως 866 καθώς και κάθε άλλη υπόθεση που υπάγεται με διάταξη νόμου στη διαδικασία αυτή. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει σαφώς ότι ο κύκλος των θεμάτων που εκδικάζονται κατά την εκούσια δικαιοδοσία είναι περιορισμένος καθόσον η διαδικασία αυτή αποτελεί εξαίρεση του γενικού κανόνα της δικαιοδοσίας, για να υπαχθεί δε κάποια διαφορά στους κανόνες αυτής (εκούσιας δικαιοδοσίας) πρέπει είτε να προβλέπεται τούτο στα άρθρα 741-781 ΚΠολΔ, είτε να προβλέπεται η υπαγωγή αυτή με ρητή διάταξη νόμου. ( βλ ΕφΑθ 3537/1992 ΝΟΒ 1992.891).Η ρύθμιση της διατάξεως του αρθ 15 παρ 12 του Ν 4055/12 υπαγάγει την υπόθεση συναινετικής προσημειώσεως στην αμφισβητουμένη δικαιοδοσία και συνιστά για τον λόγο αυτό προφανές νομοτεχνικό σφάλμα .ΕΠομένως με την ρύθμιση αυτή οι σχετικές υποθέσεις θα πρέπει να απορρίπτονται ως απαράδεκτες για έλλειψη δικαιοδοσίας.
Ομως η παραπάνω νομική επεξεργασία ,δεν προσφέρει πρακτική λύση αφού ,ακόμη και εάν απορριφθεί από το Ειρηνοδικείο η αίτηση ,οι διάδικοι θα μπορούν να καταθέσουν νέα αίτηση στο μονομελές ,το οποίο μπορεί να παραπέμψει στο Ειρηνοδικείο οπότε ....46 ΚΠΟλΔ
Πληρούσα τις ως άνω δικονομικές προϋποθέσεις αίτηση χορήγησης αδείας προς εγγραφή προσημείωσης υποθήκης υπάγεται στην καθ΄ ύλην αρμοδιότητα των Μονομελών Πρωτοδικείων προς λήψη ασφαλιστικών μέτρων (άρθρο 683§1 του Κ.Πολ.Δ.), εκτός αν υφίσταται κύρια υπόθεση υπαγόμενη στη λόγω ποσού καθ΄ ύλην αρμοδιότητα των ειρηνοδικείων (κατά την παράγραφο 2 της ως άνω διάταξης, όπως ίσχυε και όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 151§11 του Ν. 4055/2012, ήτοι παρέμεινε ως είχε!!!), για την άσκηση της οποίας να δύναται να οριστεί, με την απόφαση προθεσμία, κατ΄ άρθρο 693§1 του Κ.Πολ.Δ. Με τη διάταξη του άρθρου 15§12 του Ν. 4055/2012, η ισχύς του οποίου άρχισε (κατ΄ άρθρο 110 αυτού) σήμερα, ορίζεται ότι «Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 683 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται νέα παράγραφος 3 ως εξής και η υφιστάμενη παράγραφος 3 αναριθμείται σε 4 «3. Τα ειρηνοδικεία είναι αποκλειστικά αρμόδια και για τη συναινετική εγγραφή ή άρση προσημείωσης υποθήκης.». Με την ως άνω δικονομική διάταξη θεσπίζεται, λοιπόν, εξαιρετική καθ΄ ύλην αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων στις «συναινετικές» εγγραφές προσημειώσεων υποθήκης, δηλαδή, όπως προαναφέρθηκε, επί περιπτώσεως ανυπαρξίας διαφοράς ιδιωτικού δικαίου (της αποκλειομένης να συσταθεί με συμφωνία των ενδιαφερομένων δικαστικής παροχής αδείας προς εγγραφή προσημείωσης υποθήκης) και, καθώς, λόγω της σαφούς συστηματικής ένταξης της διάταξης στο κεφάλαιο των ασφαλιστικών μέτρων, δεν εισάγει αυτή ούτε υπόθεση εκουσίας δικαιοδοσίας, ευθέως αντίκειται στις προρρηθείσες θεμελιώδεις δικονομικές διατάξεις, πολλώ δε μάλλον σε αυτήν του άρθρου 94§2 του ισχύοντος Συντάγματος και είναι υποχρεωτικά ανεφάρμοστη από τα δικαστήρια (άρθρο 93§4 του ισχύοντος Συντάγματος). Η μέχρι τούδε δικαστική πρακτική, αντιθέτως προς ότι φαίνεται να εξέλαβε ως ισχύον εν προκειμένω ο νομοθέτης, δε θεμελιώνει τη λήψη τέτοιου ασφαλιστικού μέτρου στη «συναίνεση» του καθ΄ ού η αίτηση δανειολήπτη, η οποία, εάν αναφέρεται στην αίτηση ως υφιστάμενη, την καθιστά απαράδεκτη, αλλά στην ομολογία των προϋποθέσεων λήψης του αιτούμενου μέτρου. («δημιουργική αξιοποίηση» των διατάξεων του ΚΠολΔ για την κατ΄ αντιδικίαν εγγραφή προσημείωσης – Γεωργίου Μικρούδη «Οι τροποποιήσεις του ΚΠολΔ από το Ν. 4055/2012. Δύο βήματα εμπρός και ένα (?) πίσω», στην ιστοσελίδα dikastes.gr). Με την εδώ κρινόμενη ως αντισυνταγματική διάταξη, υποχρεούνται οι αιτούμενοι τη χορήγηση αδείας εγγραφής προσημείωσης υποθήκης όπως προκειμένου να θεμελιώσουν, κατ΄ άρθρο 216§2 εδ. β΄ του Κ.Πολ.Δ., την καθ΄ ύλην αρμοδιότητα του ειρηνοδικείου, εκθέσουν στο δικόγραφο της αίτησής τους ότι αυτή είναι «συναινετική», γεγονός που αυτό καθ΄ αυτό καθιστά την αίτηση απαράδεκτη, λόγω ελλείψεως δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων κι, εν προκειμένω, του ειρηνοδικείου προς λήψη μέτρων επί απουσίας ιδιωτικής διαφοράς.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε τη διάταξη του άρθρου 15§12 του Ν. 4055/2012, η ισχύς του οποίου αρχίζει (κατ΄ άρθρο 110 αυτού) τη Δευτέρα 2 Απριλίου 2012, ορίζεται ότι
ΑπάντησηΔιαγραφή«Μετά την παράγραφο 2 του άρθρου 683 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται νέα παράγραφος 3 ως εξής και η υφιστάμενη παράγραφος 3 αναριθμείται σε 4
«3. Τα ειρηνοδικεία είναι αποκλειστικά αρμόδια και για τη συναινετική εγγραφή ή άρση προσημείωσης υποθήκης.».
ΕΡΩΤΗΜΑ ΠΡΟΣ ΣΥΖΗΤΗΣΗ:
Επιτρέπεται η "συναινετική δίκη" ώστε να εγκαθιδρυθεί γι΄ αυτήν εξαιρετική καθ΄ ύλην αρμοδιότητα των ειρηνοδικείων;
Τίθεται υπό συζήτηση, καθόσον καλούμαστε επειγόντως:
1) Να προσδιορίσουμε δικασίμους «συναινετικών προσημειώσεων και άρσεων»
2) Να εκπονήσουμε σχετικά σχέδια αποφάσεων
Μόνο ως υπόθεση της εκούσιας δικαιοδοσίας θα μπορούσε να εισαχθεί κατά συνταγματικά επιτρεπτό τρόπο (άρθρα 94§2 του Σ. και 1 του Κ.Πολ.Δ.), δηλαδή με τη μορφή της δικαστικής επικύρωσης μιας δικαιοπραξίας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΩς γνωστόν, η συντριπτική πλειοψηφία της θεωρίας αποκλείει την ύπαρξη δογματικού ερείσματος στην εισαγωγή στην αμφισβητούμενη δικαιοδοσία (των ασφαλιστικών μέτρων συμπεριλαμβανομένων) δίκης χωρίς αντιδικία. Η μεμονωμένη προσπάθεια (Απαλλαγάκη, Η προσημείωση, σελ. 127 επ., όπου και εκτενείς παραπομπές στην κρατούσα αντίθετη θεωρία) δογματικής θεμελίωσης της συναινετικής προσημείωσης στο γεγονός της ύπαρξης δικαστικού συμβιβασμού (άρθρα 208 επ., 214Α, 293 του Κ.Πολ.Δ.), αφ΄ ενός μεν παραβλέπει το δικονομικό προαπαιτούμενο ύπαρξης αντιδικίας, αφ΄ ετέρου δε παραδέχεται ότι η "κάλυψη της επικύρωσης της (απαγορευόμενης κατ΄ άρθρο 1274 ΑΚ) συμβατικής εγγραφής προσημείωσης υποθήκης υπό το μανδύα δικαστικής απόφασης" (μανδύα που απεκδύεται ο νομοθέτης του 4055 εισάγοντας στην αμφισβητούμενη δικαιοδοσία "συναινετική" υπόθεση) κινείται στα δυσδιάκριτα όρια της ανεπίτρεπτης εικονικής δίκης και σαφώς δεν αμφισβητεί ότι "καμία δικονομική συμπεριφορά του εναγομένου (ομολογία ή αποδοχή) δεν μπορεί να έχει ως σημείο αναφοράς το δικονομικό αντικείμενο της δίκης".
Η άποψη της Απαλλαγάκη δεν αφορά προσημειώσεις που εισάγονται ως "συναινετικές", ώστε να πούμε ότι υπάρχει άποψη που να τις δέχεται. Αναφέρεται σε υποθέσεις που εισάγονται κατ΄ αντιδικία και στη συνέχεια χωρεί αποδοχή του καθού η αίτηση. Δε μας λύνει το πρόβλημα.
Διαγραφήεχουμε λοιπόν μια διαταξη προβληματική, υπό την έννοια ότι η προσημείωση υποθήκης είναι γνήσιο ασφαλιστικό μέτρο, η λήψη του οποίου προϋποθέτει την ύπαρξη ιδιωτικής διαφοράς. Τι κανει τωρα ο νομοθέτης εισάγοντας τη νεα διαταξη περί "συναινετικής" προσημείωσης?????τι ειναι αυτο? εκ προϊμιου θα δεχθούμε ότι συναινουν? τοτε που ειναι η διαφορά των διαδίκων? που ειναι η αντιδικία? τι περιεχόμενο θα έχει η αίτηση? "επειδή προκειται να έρθει ο καθού να συναινεσει είναι καθυλην αρμοδιο το ειρηνοδικείο" ωραιος τροπος εγκαθίδρυσης αρμοδιότητας!!!!! και ποιο θα είναι το περιεχόμενο της απόφασης???? μεχρι τωρα θεμελιωνόταν στην ομολογια του καθού η αίτηση. Τωρα που????? γραψτε λοιπον σχεδιο απόφασης αν μπορειτε εγω απέτυχα!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜάλλον δεν χρειάζεται να γράψουμε ούτε σχέδιο, ούτε απόφαση με το άρθρο 691§5 ΚΠολΔ
ΔιαγραφήΣχετικά όσα λέει ο κ. Μικρούδης σε άρθρο του (dikastes.gr):
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο ζήτημα ωστόσο που πρωτίστως τίθεται είναι αν είναι πράγματι αναγκαία η διατήρηση υποθέσεων χωρίς αντιδικία στη δικαστηριακή ύλη, σε μια εποχή που αφενός το ζήτημα της επιτάχυνσης απονομής δικαιοσύνης τίθεται συνεχώς επιτακτικότερα, αφετέρου η έλλειψη πόρων καθίστα απαγορευτική την έως τώρα παραδοσιακή τακτική, δηλαδή αυτής της πρόσληψης νέου προσωπικού για την ταχύτερη διεκπεραίωση της. Η τροποποίηση του ΚΠολΔ (που δυστυχώς πλέον γίνεται σε ετήσια βάση), είναι ένα μέσο που μπορεί να συμβάλει σ΄ αυτήν την κατεύθυνση. Όσες όμως αλλαγές και να γίνουν στον ΚΠολΔ και όσες ‘επιτακτικές’ προθεσμίες και να τεθούν ως προς τον χρόνο προσδιορισμού δικασίμου και έκδοσης αποφάσεων, αν δεν μειωθεί το πεδίο εμπλοκής των δικαστηρίων στην καθημερινή ζωή, το πόνημα θα καθίσταται αντίστοιχο με αυτό του Σισύφου. Το βάρος της διεκπεραίωσης των υποθέσεων θα φτάνει μεν στην κορυφή της μιας πλευράς, για να κατρακυλήσει όμως εν συνεχεία στην άλλη πλευρά υπό το βάρος των νέων υποθέσεων που με αυξητική τάση προστίθενται.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η ίδια η Πολιτεία εξωθεί τον πολίτη στα πολιτικά δικαστήρια, ακόμη και αν αυτός δεν το επιθυμεί. Π.χ. για την εγγραφή (συναινετικής) υποθήκης σε ακίνητο για οφειλή 100.000 Ευρώ απαιτούνται έξοδα και τέλη ύψους 6.500 Ευρώ (1% +23% ΦΠΑ δικαιώματα συμ/φου, 3,6% χαρτόσημο + 1,3% πόρος υπέρ ΤΝ), ενώ για την εγγραφή αντίστοιχης προσημείωσης λιγότερο από 800 Ευρώ. Το ίδιο ισχύει και για μια συμβολαιογραφική αναγνώριση δικαιώματος διατροφής, που θα αποτελούσε εκτελεστό τίτλο. Η «διέξοδος» λοιπόν προς τα δικαστήρια είναι αναπόφευκτη. Επιλέγεται η «συναινετική» προσημείωση προς μείωση των τελών και εξόδων, με «δημιουργική αξιοποίηση» των διατάξεων του ΚΠολΔ για την κατ΄ αντιδικίαν εγγραφή προσημείωσης ή η «συνομολογημένη» δίκη διατροφής. Αυτό όμως έχει και το αντίτιμο. Αντίστοιχη επιβάρυνση του Δημοσίου [απασχόληση προσωπικού, τήρηση αρχείου κλπ], επιβάρυνση των πινακίων, αλλά και ταλαιπωρία του πολίτη, ο οποίος, χωρίς να γνωρίζει τα ακριβή αιτία, στρέφεται κατά της Δικαιοσύνης, αδίκως στην συγκεκριμένη περίπτωση. Και δεν θα πρέπει να παραβλεφθεί ότι εκτός όμως από την μάλλον μικρή εν προκειμένω επιβάρυνση του δικαστή, υπάρχει και η απασχόληση της Γραμματείας, που είναι ίδια, είτε πρόκειται για απλή είτε για δύσκολη υπόθεση, αλλά και η κτηριακή επιβάρυνση (τήρηση Αρχείου, αιθουσών συζήτησης κλπ).
Προσπαθώντας να συνεισφέρω στην προβληματική ,πιστεύω πως η νομοτεχνικά εσφαλμένη νέα διάταξη 683 παρ 3 ,( αρθ 15 παρ 12 τουΝ 4055/2012 )είναι ανεφάρμοστη και οδηγεί σε απαράδεκτο ,με μία διαφορετική όμως αιτιολόγηση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ : Με την διάταξη του άρθ 15 §12 του Ν. 4055/2012,η συναινετική προσημείωση προυποθέτει ως αιτούντες τόσο την δανείστρια τράπεζα όσο και τον οφειλέτη που συναινεί στην εγγραφή της προσημείωσης και συνεπώς είναι προφανές ότι δεν πρόκειται για ιδιωτική διαφορά αλλά πρόκειται για υπόθεση εκουσίας δικαιοδοσίας .Ομως το Δικαστήριο δεν επιτρέπεται αυτεπαγγέλτως να δικάσει με την εκουσία δικαιοδοσία υπόθεση που δεν υπάγεται σε αυτήν με ρητή διάταξη νόμου .Τούτο διότι για την υπαγωγή της διαφοράς στην εκουσία δικαιοδοσία απαιτείται ρητή διάταξη τόσο σύμφωνα με το αρθ.94 παρ 2 του Συντ όσο και κατά το σύστημα του ΚΠολΔ αφού σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 εδ. β` ΚΠολΔ στη δικαιοδοσία των τακτικών πολιτικών δικαστηρίων ανήκουν οι υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας, που ο νόμος έχει υπαγάγει σ` αυτά, κατά δε το άρθρο 739 του ίδιου Κώδικα στην εκουσία δικαιοδοσία υπάγονται όλες οι υποθέσεις που αναφέρονται στα άρθρα 782 έως 866 καθώς και κάθε άλλη υπόθεση που υπάγεται με διάταξη νόμου στη διαδικασία αυτή. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει σαφώς ότι ο κύκλος των θεμάτων που εκδικάζονται κατά την εκούσια δικαιοδοσία είναι περιορισμένος καθόσον η διαδικασία αυτή αποτελεί εξαίρεση του γενικού κανόνα της δικαιοδοσίας, για να υπαχθεί δε κάποια διαφορά στους κανόνες αυτής (εκούσιας δικαιοδοσίας) πρέπει είτε να προβλέπεται τούτο στα άρθρα 741-781 ΚΠολΔ, είτε να προβλέπεται η υπαγωγή αυτή με ρητή διάταξη νόμου. ( βλ ΕφΑθ 3537/1992 ΝΟΒ 1992.891).Η ρύθμιση της διατάξεως του αρθ 15 παρ 12 του Ν 4055/12 υπαγάγει την υπόθεση συναινετικής προσημειώσεως στην αμφισβητουμένη δικαιοδοσία και συνιστά για τον λόγο αυτό προφανές νομοτεχνικό σφάλμα .ΕΠομένως με την ρύθμιση αυτή οι σχετικές υποθέσεις θα πρέπει να απορρίπτονται ως απαράδεκτες για έλλειψη δικαιοδοσίας.
Ομως η παραπάνω νομική επεξεργασία ,δεν προσφέρει πρακτική λύση αφού ,ακόμη και εάν απορριφθεί από το Ειρηνοδικείο η αίτηση ,οι διάδικοι θα μπορούν να καταθέσουν νέα αίτηση στο μονομελές ,το οποίο μπορεί να παραπέμψει στο Ειρηνοδικείο οπότε ....46 ΚΠΟλΔ
ΑπάντησηΔιαγραφή